Wednesday, March 23, 2011

ΠΡΩΤ.ΑΓΓΛ. ΑΠΟΚΛ. 7/1-17/4 1850 Αλ. Ν. Αγγελίδη


ΠΡΩΤΟΣ ΑΓΓΛΙΚΟΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ
7 Ιανουαρίου – 17 Απριλίου 1850
Αλέκου Ν. Αγγελίδη


‘’Η  αγγλική αυτή επέμβαση (αποκλεισμός 1850) γίνεται πραγματικά απαίσια όσον αφορά τα συμφέροντα της χώρας στην οποία οι αντιπρόσωποι των Δυνάμεων εργάζονται σκευωρούντες προς εξασφάλιση της ιδίας εκάστης πολιτικής ροπής.’’
Λόρδος Στάνλεϋ
Από ομιλία του στη Βουλή των λόρδων
5/17 Ιουνίου 1850


‘’ΠΑΡΚΕΡΙΚΑ’’
Στις 30 Δεκεμβρίου 1849, αγγλικός στόλος από δεκατρία δίκροτα πολεμικά πλοία φάνηκε στον κόλπο της Αίγινας προερχόμενος απ’ τον Ελλήσποντο. Έντεκα πλοία μπήκαν στον όρμο των Αμπελακίων και δύο πέρασαν στο λιμάνι του Πειραιά με τον ναύαρχο Πάρκερ. Βέβαια, δεν υπήρχε για τον αγγλικό στόλο θέμα άδειας εισόδου στα ελληνικά ύδατα και λιμάνια, γιατί η Ελλάδα εκείνη την εποχή ήταν, όπως και πάντοτε είναι, ξέφραγο αμπέλι για τους Άγγλους και τους συμμάχους τους. Ο ΄Αγγλος ναύαρχος ζήτησε να παρουσιάσει τους αξιωματικούς του στον Όθωνα.
Στις 4 Ιανουαρίου 1850, ο νέος Άγγλος πρεσβευτής στην Ελλάδα Ουάις μαζί και ο Πάρκερ ανέβηκαν στην Αθήνα και επισκέφτηκαν τον Έλληνα υπουργό των Εξωτερικών Α. Λόντο. Σ’ αυτόν διαμαρτυρήθηκαν, γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε ικανοποιήσει ακόμα τις αγγλικές αξιώσεις, οι οποίες είχαν διατυπωθεί απ’ τον προηγούμενο Άγγλο πρεσβευτή Λάιονς και δήλωσαν, όπως μας πληροφορεί ο τότε Γάλλος πρεσβευτής στην Αθήνα Θουβενέλ, ότι, αν μέσα σε 24 ώρες δεν ικανοποιούνταν οι αξιώσεις τους, ο αγγλικός στόλος θα προέβαινε ‘’στη χρήση μέσων καταναγκασμού’’.
Οι αγγλικές αξιώσεις περιλάμβαναν τα παρακάτω έξι σημεία:
1) Αποζημίωση για κακοποιηθέντες Επτανησίους στην Πάτρα και διαμαρτυρία για δήθεν προσβολή της αγγλικής σημαίας.
2)  Αποζημίωση για κακοποιηθέντες Επτανήσιους στον Πύργο.
3) Αποζημίωση για ληστρικές επιθέσεις εναντίον επτανησιακών πλοίων στον Αχελώο.
4) Αποζημίωση για λεηλασία της κατοικίας του Εβραίου Πασίφικου στον Πειραιά.
5) Αποζημίωση στον G. Finley για οικόπεδό του στην Αθήνα που πήρε η κυβέρνηση για την επέκταση του βασιλικού κήπου.
6) Παράδοση των ιονικών νησιών Ελαφονήσου και Σαπιέντζας στους Άγγλους.

Στην πρώτη τους αυτή συνάντηση ο Ουάις και ο Λόντος μιλούσαν ιταλικά, όπως μας πληροφορεί ο Θουβενέλ. Ο Λόντος ζήτησε απ’ τους Άγγλους μεγαλύτερη προθεσμία για να μπορέσει να κατατοπιστεί επί του ζητήματος, δεδομένου ότι προ ολίγων ημερών είχε αναλάβει το υπουργείο των Εξωτερικών. Στο αίτημα αυτό του Λόντου, ο Ουάις απάντησε –πάλι κατά το Γάλλο Θουβενέλ- ότι ούτε καιρός απαιτούνταν, ούτε συζητήσεις πλέον χρειάζονταν, αφού αυτές είχαν γίνει στο Λονδίνο, μονομερώς εννοείται απ’ τους Άγγλους. Επέμενε δε στην 24ωρη προθεσμία που είχε δοθεί, εντός της οποίας αξιούσε να έχει απάντηση εκ μέρους της Ελλάδας.
Ύστερα απ’ την κατηγορηματική αυτή εμμονή του Άγγλου πρεσβευτή, συνήλθε αμέσως το υπουργικό συμβούλιο, στο οποίο συμμετείχαν και οι πρόεδροι της Βουλής και της Γερουσίας και αποφασίστηκε να ανατεθεί σε επιτροπή διακεκριμένων νομοθετών η εξέταση του νομικού μέρους των αγγλικών απαιτήσεων. Στην επιτροπή αυτή η κυβέρνηση συμπεριέλαβε σκόπιμα και δυο δικηγόρους διακείμενους ευμενώς προς τους Άγγλους, τον Περικλή Αργυρόπουλο, γυναικάδελφο του Μαυροκορδάτου, αρχηγού του φιλοαγγλικού κόμματος των Μπαρλαίων και τον Κ. Προβελέγγιο, προσωπικό φίλο του Άγγλου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Στράτφορντ. Το υπουργικό συμβούλιο επίσης αποφάσισε, η απάντηση της κυβέρνησης να είναι σύμφωνη με τη γνώμη της επιτροπής των νομομαθών και, σε περίπτωση που οι Άγγλοι δε θα συμφωνούσαν με τις ελληνικές απόψεις, τότε η Ελλάδα θα ζητούσε τη διαιτησία των άλλων δύο ‘’προστάτιδων δυνάμεων’’, της Γαλλίας και της Ρωσίας.
Την επόμενη της συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου, ο Λόντος ανακοίνωσε προφορικά στον Ουάις τις αποφάσεις αυτές της ελληνικής κυβέρνησης και ο Άγγλος πρεσβευτής δεν αρκέστηκε σε προφορικές απαντήσεις, αλλά ζήτησε να διατυπωθούν οι ελληνικές προθέσεις εγγράφως και έδωσε άλλες 24 ώρες προθεσμία γι’ αυτό. Ταυτόχρονα, η αγγλική πρεσβεία ειδοποίησε με τον Άγγλο πρόξενο Γκρην όλους τους Άγγλους υπηκόους της Αθήνας και του Πειραιά, καθώς και όλους τους Επτανησίους, να κλειστούν στα σπίτια τους, να λάβουν τα μέτρα τους και να καταγράψουν τις περιουσίες τους. Ο πρεσβευτής εγκατέλειψε την πρεσβεία της Αθήνας και εγκαταστάθηκε στην αγγλική ναυαρχίδα στον Πειραιά, όπου και παρέμεινε μέχρι το τέλος της κρίσης. Την άλλη μέρα, παρ’ ότι ήταν γιορτή των Θεοφανίων, η Βουλή συνήλθε έκτακτα και ο υπουργός των Εξωτερικών Λόντος ανέφερε τις απαιτήσεις των Άγγλων και τις μέχρι στιγμής εξελίξεις του ζητήματος. Η Βουλή εκδήλωσε τη δυσφορία της κατά των Άγγλων και δήλωσε, ότι υποστηρίζει τις απόψεις και τη στάση της κυβέρνησης και ότι θα σταθεί στο πλευρό της.
Στις 3 το απόγευμα της 6ης Ιανουαρίου 1850, αφού παρήλθε η προθεσμία χωρίς να ικανοποιηθούν οι αγγλικές αξιώσεις, όπως απαιτούσε ο Ουάις, ο ναύαρχος Πάρκερ ανήγγειλε στην κυβέρνηση, ότι ήταν υποχρεωμένος να επιβάλει στην Ελλάδα αποκλεισμό, ο οποίος και είχε αρχίσει ήδη.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν υπέκυψε στις θρασύτατες αγγλικές αξιώσεις, ούτε και γονάτισε απ’ το βάρος του πρώτου αγγλικού αποκλεισμού, αλλά απάντησε με αξιοπρέπεια στην Άγγλο πρεσβευτή, υποστηρίζοντας τις απόψεις της και ταυτόχρονα κατέστησε επίσημα γνωστά τα συμβάντα στους πρεσβευτές Γαλλίας και Ρωσίας. Την επόμενη, 7 του μηνός, οι πρεσβευτές Γαλλίας και Ρωσίας Θουβενέλ και Περσιανύ διαμαρτυρήθηκαν εντονότατα στον Ουάις για την άδικη αυτή στάση του προς την Ελλάδα. Ο μεν Γάλλος πρεσβευτής τόνισε στη διαμαρτυρία του το από άποψης δημοσίου και διεθνούς δικαίου και των ισχυουσών συνθηκών άτοπο των αγγλικών ενεργειών, ο δε Ρώσος υπογράμμισε τα επακόλουθα και τις συνέπειες που μπορούσε να έχει η αυθαίρετη αγγλική ενέργεια στην οικονομία και στην εσωτερική κατάσταση της χώρας.
Η αχαρακτήριστη αυτή στάση των Άγγλων έκανε τον ελληνικό λαό, του οποίου το εθνικό φρόνημα, θιγόμενο απ’ την αγγλική αυθαιρεσία, αναπτερώθηκε, να κρατήσει σ’ όλη τη διάρκεια αυτής της κρίσης στάση γενναία και αξιοπρεπή, εκτός από λίγες εξαιρέσεις καιροσκόπων Ελλήνων, ‘’των φιλοστερλίγκων’’, όπως αποκαλούσε ο τύπος των ημερών εκείνων εκείνους που εξαγοράστηκαν με αγγλικές στερλίνες και άλλους μερικούς, ιδίως πολιτευόμενους, οι οποίοι είδαν τον αποκλεισμό ως ευκαιρία προώθησης προσωπικών τους επιδιώξεων και προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τη δυστυχία της πατρίδας τους για την πραγμάτωση ιδιοτελών και ταπεινών σκοπών τους. Στην κατηγορία των ‘’φιλοστερλίγκων’’ συγκαταλέγονταν και οι εφημερίδες ‘’Ελπίς’’ και ‘’Αθηνά’’.
Την Κυριακή, 8 Ιανουαρίου, μια μέρα μετά την έναρξη του αποκλεισμού, πλήθος λαού παρακολούθησε τον Όθωνα στον καθημερινό του περίπατο στο Πεδίο του Άρεως και τον ακολούθησε σύσσωμο μέχρι το παλάτι, όπου συγκεντρωμένο ζητωκραύγαζε. Μετά, όλο αυτό το πλήθος, μαζί και άλλα συρρέοντα τμήματα λαού συγκεντρώθηκαν και ζητωκραύγαζαν μπροστά στις πρεσβείες Γαλλίας, Ρωσίας, Βαυαρίας, Αυστρίας και Πρωσίας. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο λαός εκδήλωνε τη συνοχή του και την αγανάκτησή του κατά των αγγλικών αυθαιρεσιών και ταυτόχρονα και την ευγνωμοσύνη του για τη στάση των πρεσβειών αυτών υπέρ της Ελλάδας.
Η κυβέρνηση, για να προλάβει κάθε δυσάρεστο ενδεχόμενο, συνέπεια της κατάστασης του αποκλεισμού, έστειλε αμέσως πιστούς της στρατιωτικούς αρχηγούς σε επίκαιρα σημεία του κράτους. Τον Κ. Τζαβέλα στην Πελοπόνησο, το Μαμούρη στα μεθόρια και τοποθέτησε το Γαρδικιώτη Γρίβα στρατιωτικό διοικητή της Αττικής. Ταυτόχρονα, για να έχει καλύτερη και αμεσότερη σύνδεση με την Ευρώπη, τοποθέτησε πρεσβευτές στο Παρίσι τον. Σ. Τρικούπη και στην Πετρούπολη τον Κ. Ζωγράφο, οι οποίοι και έφυγαν αμέσως για τις θέσεις τους.
Στο μεταξύ, ο  ναύαρχος Πάρκερ προχώρησε στη λήψη μέτρων και εμπόδισε κάθε απόπλου ελληνικού πλοίου. Δεν επέτρεπε την έξοδο απ’ τον Πειραιά στα ελληνικά πολεμικά και απαγόρεψε σε όλα γενικά τα ελληνικά πλοία να πλέουν μπροστά από την αγγλική σημαία.
Το πολεμικό ‘’Όθων’’ είχε αποπλεύσει απ’ τον Πειραιά λίγο πριν την κήρυξη του αποκλεισμού πηγαίνοντας προς τη Σύρο για κυβερνητικές ανάγκες. Στο δρόμο του, όμως, συνελήφθη απ’ τον αγγλικό στόλο και μάλιστα υπό τα βλέμματα ρωσικού πλοίου και μαζί με άλλα συλληφθέντα πλοία κρατήθηκε στη Σαλαμίνα. Ειδοποιήθηκε εν τω μεταξύ απ’ τους Άγγλους η κυβέρνηση, ότι όλα τα συλληφθέντα πλοία θα κρατηθούν, ώσπου να ικανοποιηθούν απ’ την Ελλάδα οι αγγλικές αξιώσεις της διακοίνωσης της 5ης  Ιανουαρίου (1850).
Επιπλέον, οι Άγγλοι δεν επέτρεπαν στα πλοία που έφταναν στον Πειραιά να ξεφορτώσουν τα φορτία τους χωρίς την άδεια του αγγλικού στόλου. Σ’ αυτές τις τελείως άδικες και ληστρικές βιαιοπραγίες των Άγγλων, η κυβέρνηση απάντησε με ψυχραιμία και αξιοπρέπεια και δήλωσε ότι, ‘’με τη συνδρομή του ελληνικού λαού και τη συμπάθεια όλου του κόσμου, η αδύναμη και μικρή Ελλάδα θα υπομείνει με θλίψη και καρτερία τις πιέσεις και τις δοκιμασίες που η κραταιά Αγγλία έχει προορίσει γι’ αυτή’’.
Εν τω μεταξύ, οι ξένοι πρεσβευτές στην Αθήνα, βλέποντας την οικτρή κατάσταση στην οποία περιήλθε η ελληνική κυβέρνηση, που, λόγω του αποκλεισμού, πέρα απ’ τα άλλα, δεν είχε και καμιά επαφή με τα διαμερίσματα του κράτους και ιδιαίτερα με τα νησιά, έθεσαν στη διάθεσή της τα πλοία των κρατών τους. Η ρωσική πρεσβεία διέθεσε το πλοίο ‘’Καλυψώ’’, με το οποίο πήγε στο Ναύπλιο ο νεοδιορισμένος στρατιωτικός διοικητής Κ. Τζαβέλας και η αυστριακή το πολεμικό ‘’Μαριάννα’.
Στις 10 Ιανουαρίου, η ελληνική κυβέρνηση εξέδωσε πλήρη έκθεση της ιστορίας των αγγλικών απαιτήσεων, βασισμένη στο πνεύμα της απόφασης της πριν από μέρες διορισμένης επιτροπής των νομομαθών. Με την έκθεσή της αυτή, η κυβέρνηση κατέρριπτε μία-μία όλες τις αγγλικές αξιώσεις ως αβάσιμες και παράνομες. Η έκθεση αυτή είναι πολύ διαφωτιστική και λέει σε περίληψη περίπου τα εξής:

Α. Ως προς το πρώτο σημείο των αγγλικών απαιτήσεων, ότι δηλαδή το 1847 κακοποιήθηκαν στην Πάτρα κάτοικοι των υπό αγγλική κυριαρχία Ιονίων νήσων και ότι κατά τους αγγλικούς ισχυρισμούς προσβλήθηκε η αγγλική σημαία κλπ., ο ΄Ελληνας υπουργός των Εξωτερικών απάντησε τότε ακόμα, στις 22/6/ 1847, ότι οι ανακρίσεις που έγιναν απέδειξαν, ότι κανείς απ’ τους συλληφθέντες κακοποιούς δεν βασανίστηκε στις φυλακές και ότι η αγγλική σημαία δεν περιυβρίστηκε. Υπογράμμιζε δε, ότι ‘’η επιπρόσθεση υφασμάτων διαφόρων χρωμάτων δεν μπορεί να θεωρηθεί ως σημαία, παρά μόνον όταν τα συνεχόμενα υφάσματα μπαίνουν εν οικείω τόπω και χρόνω και ότι, όταν ο τυχών ανυψώνει σ’ οποιαδήποτε γωνία και σ’ οποιαδήποτε ώρα μια σημαία με σκοπό να την μεταχειριστεί ως όργανο ταραχών, τότε αυτή η σημαία δεν έχει κανένα σοβαρό χαρακτήρα και κανένας δεν μπορεί να τη θεωρήσει ως σύμβολο έθνους, αλλά απλώς ως πρόφαση διαταράξεως της τάξεως’’.

Β. Σχετικά με το δεύτερο σημείο, ο ίδιος υπουργός, στις 22 Ιουλίου 1847, απαντώντας για τις υποτιθέμενες κακοποιήσεις Ιονίων πολιτών στον Πύργο, ανέφερε, ότι απλώς μερικοί άνθρωποι συνελήφθησαν και ετέθησαν υπό αστυνομική επιτήρηση και αποδείχτηκε κατά την ανάκριση ότι αυτοί δεν είχαν ούτε διαβατήρια για να μαρτυρούν την Ιόνιο καταγωγή τους. Οι δε περί κακοποιήσεων ισχυρισμοί των Άγγλων στηρίζονταν μόνο στις καταθέσεις των δήθεν παθόντων.
Ο Άγγλος πρεσβευτής τότε στην Αθήνα, Λάιονς, ανταπάντησε στις 22 Αυγούστου στην απάντηση της ελληνικής κυβέρνησης σε αυστηρό τόνο και ύφος, που άφηνε να εννοηθεί ότι οι ισχυρισμοί του δεν επιδέχονται συζήτηση και ως εκ τούτου η ελληνική κυβέρνηση έκρινε προτιμότερο να τηρήσει σιωπή. Αλλά ο Λάιονς, την επαύριον, στις 23 Αυγούστου, ειδοποίησε τον Έλληνα υπουργό των Εξωτερικών, ότι ο ομόλογος υπουργός της Αγγλίας Πάλμερστον του έστειλε εντολή να ζητήσει απ’ την ελληνική κυβέρνηση αποζημίωση από 20 στερλίνες για κάθε κακοποιηθέντα Ιόνιο πολίτη. Σ’ αυτήν τη διακοίνωση ο τότε υπουργός των Εξωτερικών Γλαράκης απάντησε, ότι η εθνική αξιοπρέπεια δεν επέτρεπε στην ελληνική κυβέρνηση υπακοή στις διαταγές του υποκόμη Πάλμερστον, ο οποίος επέβαλε πρόστιμο σε ανεξάρτητο κράτος. Αφού διαβίβασε την απάντηση αυτή ο Λάιονς στον Πάλμερστον και πήρε σχετικές οδηγίες απ’ αυτόν, ειδοποίησε στη συνέχεια την ελληνική κυβέρνηση, ότι ‘’αργά ή γρήγορα η Ελλάδα θ’ αναγκαστεί να εκτελέσει τις απαιτήσεις της Μ. Βρετανίας’’.

Γ. Ως προς το τρίτο σημείο, ότι έγιναν ληστρικές πράξεις σε βάρος Ιονίων πλοίων προς τον Αχελώο κατά το 1847 από δήθεν Έλληνες στρατιώτες, η κυβέρνηση απάντησε, ότι η ληστεία έγινε από καμουφλαρισμένους σαν Έλληνες στρατιώτες. Το ύφος της αγγλικής διακοίνωσης προσπαθούσε μάλλον να τονίσει το υπονούμενο, ότι τα έκτροπα αυτά έγιναν δήθεν με τη συγκατάθεση της κυβέρνησης και του Όθωνα. Ύστερα από δύο μήνες, ο Άγγλος πρεσβευτής, με νέα διακοίνωσή του πάνω στο ίδιο ζήτημα, ειδοποίησε στις 12/20 Νοεμβρίου την ελληνική κυβέρνηση, ότι ο Άγγλος Αρμοστής των Ιονίων νήσων επρόκειτο να διατάξει τα αγγλικά πλοία που καταδίωκαν τους πειρατές να συνεχίσουν την καταδίωξη και μέσα στο ελληνικό έδαφος.
Απαντώντας στις διακοινώσεις αυτές, ο Έλληνας υπουργός, στις 24/5 Ιανουαρίου 1848, τόνισε, ότι θεωρούσε άδικες τις καταγγελίες αυτές των Άγγλων και ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν ήταν υπεύθυνη για πράξεις κακούργων, οι οποίοι έρχονταν από άλλες χώρες στο έδαφός της. Αντί άλλης απάντησης, ο Λάιονς ειδοποίησε την κυβέρνηση, ότι κατά διαταγή του Πάλμερστον, ο αρμοστής των Ιονίων νήσων όρισε το ποσό της αποζημίωσης των ληστευθέντων Επτανησίων σε 1126 δίστηλα ισπανικά (5580 δραχνές και 80 λεπτά) για τον καθένα.
Σ’ αυτά, η ελληνική κυβέρνηση απάντησε στηριζόμενη στην αρχή, ότι καμία κυβέρνηση δεν έχει δικαίωμα να επιβάλει πρόστιμο σε άλλη κυβέρνηση ανεξαρτήτου κράτους. Η απάντηση του Λάιονς περιείχε τόσο σκληρές λέξεις κατά της ελληνικής κυβέρνησης, ώστε σταμάτησε κάθε περαιτέρω αλληλογραφία.

Δ. Αναφορικά με το τέταρτο σημείο, η έκθεση έλεγε ότι ο Άγγλος πρεσβευτής ζητούσε, με διακοινώσεις του στις 4/16 Απριλίου 1847 και 2/14 Σεπτεμβρίου, αποζημίωση 888,736 δραχμές και 67 λεπτά για το λεηλατημένο σπίτι του Εβραίου Πασίφικου. Επιπλέον, στις 19 Σεπτεμβρίου / 1 Οκτωβρίου, ο Άγγλος πρεσβευτής επέδωσε στην ελληνική κυβέρνηση και άλλη διαμαρτυρία του Πασίφικου, ότι αυτός υπέστη και άλλη επίθεση και προσβολή και ζητούσε και άλλη επιπλέον αποζημίωση. Πριν ακόμα προλάβει η ελληνική κυβέρνηση να ερευνήσει τη νέα αυτή διαμαρτυρία, πήρε άλλη διακοίνωση του Λάιονς στην οποία έλεγε ότι ο Πάλμερστον είχε ήδη δικάσει και καταδικάσει την ελληνική κυβέρνηση και για τη δεύτερη αποζημίωση του Πασίφικου και ήταν ζήτημα χρόνου η ανακοίνωση του επιδικασμένου επιπλέον ποσού.
Η ελληνική κυβέρνηση απάντησε, ότι ο μόνος δρόμος που έπρεπε να ακολουθήσει ο Πασίφικος, κατά τα διεθνή νόμιμα, ήταν ο δρόμος των ελληνικών δικαστηρίων και όχι ο δρόμος της αγγλικής διπλωματίας. Άλλωστε, ο Πασίφικος, μέσα σε χρονικό διάστημα λιγότερο του έτους, είχε αλλάξει τρεις υπηκοότητες. Από Πορτογάλος έγινε Ισπανός και από Ισπανός Άγγλος. Όσον αφορά τη ‘’δίκη’’ και καταδίκη της Ελλάδας από τον Πάλμερστον, η ελληνική απάντηση χαρακτήριζε την ενέργεια αυτή προσβλητική της εθνικής αξιοπρέπειας και της ανεξαρτησίας του Κράτους. Επίσης, όσον αφορά τη δεύτερη απαίτηση του Πασίφικου, η κυβερνητική απάντηση τη χαρακτήριζε ‘’απλό γέννημα της ταραγμένης φαντασίας του Ιουδαίου’’. Επακολούθησαν απαντήσεις  και ανταπαντήσεις μεταξύ αγγλικής πρεσβείας και ελληνικής κυβέρνησης, ώσπου, ύστερα από 5 μήνες (31 Ιανουαρίου/12 Φεβρουαρίου 1849), απάντησε τελικά ο Λάιονς, λέγοντας απλώς, ότι ο λόρδος Πάλμερστον δεν αναγνώριζε το κύρος των λόγων του Έλληνα υπουργού των Εξωτερικών και ότι η Ελλάδα όφειλε να πληρώσει. Στην τελευταία αυτή διακοίνωση του Λάιονς δεν δόθηκε καμία απάντηση, ώσπου αντικαταστάθηκε ο Λάιονς από τον Ουάις και ήρθε ο Πάρκερ με το στόλο του και άρχισε τον αποκλεισμό.

Ε. Ως προς την πέμπτη αξίωση του αγγλικού τελεσιγράφου, για την αποζημίωση του G. Finley για το οικόπεδό του στην Αθήνα που δεσμεύτηκε από το κράτος, η κυβερνητική έκθεση έλεγε, ότι ο Φίνλεϋ ήταν ένας από κείνους τους πολίτες που υπέγραψαν αίτηση παλαιότερα και ζητούσαν τη μεταφορά της ελληνικής πρωτεύουσας από το Ναύπλιο στην Αθήνα και δήλωναν μάλιστα τότε, ότι δέχονταν να προσφέρουν τα οικόπεδα και τα κτήματά τους, όσα τυχόν θα είχε ανάγκη η ελληνική κυβέρνηση. Τώρα, όμως, αυτός, ούτε έκανε ότι είχε δηλώσει, ούτε και δεχόταν αποζημίωση από το κράτος, σύμφωνα με ό,τι αποζημιώθηκαν ο Ρώσος υπήκοος Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος και ο Αμερικανός Χιλλ, των οποίων τα οικόπεδα, όπως και του Φίνλεϋ, κατέλαβε ο βασιλικός κήπος. Εκτός τούτου, είχαν προηγηθεί συζητήσεις με την κυβέρνηση πάνω στο ζήτημα αυτό και ο Φίνλεϋ δέχτηκε την προτεινόμενη απ’ την κυβέρνηση διαιτησία. Τότε, γιατί συμπεριλαμβανόταν πάλι το θέμα αυτό ως αγγλική απαίτηση στο τελεσίγραφο του Λάιονς; Επιπλέον, έμπαινε και το παράδοξο ερώτημα με το Φίνλεϋ, όπως το διατύπωνε η εφημερίδα ‘’Αιών’’ στις 10/1/1850: «Είναι ο Φίνλεϋ Έλληνας ή Άγγλος; Εάν μεν είναι Έλληνας, γιατί επεμβαίνει ο Πάρκερ; Εάν δε είναι Άγγλος, γιατί περιπαίζει την κυβέρνηση κι έχει καταγραφεί ως δημότης Αθηνών και ψηφίζει:»

ΣΤ. Στο έκτο θέμα για τη διεκδίκηση απ’ τους Άγγλους των νησιών Σαπιέντζας και Ελαφονήσου ως αγγλικού εδάφους και στην απαίτησή τους να εκκενωθούν αμέσως απ’ τους μη Άγγλους υπηκόους, η κυβέρνηση στην απάντησή της δεν παραδεχόταν καν την αγγλική αυτή αξίωση και επικαλούνταν την παρισινή συνθήκη του 1815 και τη συνθήκη μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας του 1800, με τις οποίες ιδρύθηκε αυτόνομη Ηγεμονία των Ιονίων Νήσων υπό την κηδεμονία των Άγγλων. Στις συνθήκες αυτές, κατονομάζονταν ρητώς τα νησιά τα οποία επρόκειτο να αποσπαστούν, όπως και αποσπάστηκαν απ’ τους Βενετούς και να αποτελέσουν, όπως και αποτέλεσαν, την Ιόνια Ηγεμονία, χωρίς να αναφέρονται σ’ αυτές τις συνθήκες τα νησιά Ελαφόνησος και Σαπιέντζα. Και τούτο, γιατί τα νησιά αυτά δεν τα κατείχαν τότε οι Βενετοί αλλά οι Τούρκοι. Επομένως, δεν επρόκειτο για διεκδίκηση και απαίτηση επιστροφής παράνομων κατεχόμενων απ’ την Ελλάδα αγγλικών εδαφών, αλλά για καθαρή κατάληψη και με τη βία αφαίρεση ελληνικών τμημάτων. Το θέμα αυτό της αφαίρεσης ελληνικών εδαφών κέντρισε το ενδιαφέρον της Ρωσίας και προκάλεσε την οργή της εναντίον της Αγγλίας, προς την οποία και έστειλε εντονότατη διαμαρτυρία ο Ρώσος υπουργός των Εξωτερικών Νεσελρώδε.
Η αχαρακτήριστη αυτή πολιτική του Άγγλου υπουργού των Εξωτερικών λόρδου Πάλμερστον προς την Ελλάδα, ο οποίος είχε ως στόχο μάλλον τον Όθωνα, αδιαφορώντας τελείως για τις επιπτώσεις που θα είχαν οι επιθέσεις του αυτές στον ελληνικό λαό, είναι δυνατόν να εξηγηθεί κατά πολλούς τρόπους:
α. Ίσως ο Πάλμπερστον να διέξατε τον αποκλεισμό της Ελλάδας για να επιδείξει ισχύ, προσπαθώντας να ισοφαρίσει έτσι την αγγλική ήττα της εποχής εκείνης στη ρωσοτουρκική διαφορά, όταν η Ρωσία επενέβη στρατιωτικά και κατέλαβε τις Ηγεμονίες Βλαχίας και Μολδαβίας.
β. Ίσως επιδίωκε να μετριάσει την αποτυχία της αποστολής του αγγλικού στόλου με τον Πάρκερ στον Ελλήσποντο, σε μια προσπάθεια εκφοβισμού της Ρωσίας.
γ. Ίσως στάλθηκε ο αγγλικός στόλος στην Ελλάδα, για να επιδράσει στην αυξανόμενη στην περιοχή αυτή πολιτική επιρροή της δημοκρατικής Γαλλίας.
δ. Ίσως έλπιζε ο Πάλμερστον, ότι η παρουσία αγγλικού στόλου στην Ελλάδα θα συνέβαλε στην ταχύτερη έξωση του Όθωνα και στην αντικατάστασή του από άλλον, Άγγλο ή αγγλόφιλο πρίγκιπα.
Οποιοσδήποτε, όμως και αν ήταν ο απώτερος σκοπός των Άγγλων, είναι γεγονός, ότι ο Πάλμερστον έτρεφε αδυσώπητο μίσος κατά του Όθωνα. Δεν μισούσε, όμως, ο ‘’κοινοβουλευτικός’’ υπουργός Πάμλερστον τον απολυταρχικό μονάρχη Όθωνα για την αυταρχικότητα και το δεσποτισμό του. Το μίσος μεταξύ των δύο ανδρών, για το οποίο ολόκληρο το ελληνικό Έθνος τώρα πλήρωνε και το οποίο επρόκειτο να ρίξει το γόητρο και την αξιοπρέπεια της Αγγλίας πολύ χαμηλά αργότερα, ήταν παλαιότερο και είχε αλλού τις ρίζες του.
Το 1832, οι ‘’Μεγάλες Δυνάμεις’’ εξέλεξαν βασιλιά του νεοσύστατου ελληνικού κράτους το Βαυαρό πρίγκιπα Όθωνα. Με την είσοδό του στη χώρα μας ο Όθωνας (6 Φεβρουαρίου 1833) έφερε μαζί του και τριμελή επιτροπή κηδεμονίας, επειδή ήταν ακόμη ανήλικος, τη γνωστή βαυαρέζικη αντιβασιλεία, με αρχηγό της τον ΄Αρμασμπεργκ. Η επιλογή του Άρμασμπεργκ για την αντιβασιλεία και η τοποθέτησή του στην πρωθυπουργία της Ελλάδας έγινε ύστερα από υποδείξεις και επεμβάσεις της αγγλικής διπλωματίας. Με ενέργειες του Πάλμερστον απολύθηκαν αργότερα τα άλλα δύο μέλη της αντιβασιλείας, ο Μάουερ και ο Έβελ, οι οποίοι δυστροπούσαν με την αγγλική πολιτική και αντικαταστάθηκαν από άλλους υπάκουους στον Άρμασμπεργκ κι έτοιμους να εκτελέσουν τις εντολές του Πάλμερστον, τον Κόβελ και τον Γκραίνερ. Έτσι, ο Άρμασμπεργκ έμεινε ανενόχλητος κι έγινε αρχηγός των ‘’χαϊδεμένων παιδιών’’ του Πάλμερστον στην Ελλάδα και ο πάντοτε πρόθυμος εκτελεστής των αγγλικών επιθυμιών στη φτωχή μας πατρίδα. Ο Άρμασμπεργκ έγινε παντοδύναμος και η Ελλάδα κυβερνιόταν πια απ’ την αγγλική πρεσβεία της Αθήνας.
Στις 20 Μαΐου του 1835, ο Όθωνας ενηλικιώθηκε και ανέλαβε επίσημα τη διακυβέρνηση της χώρας. Το επόμενο έτος επισκέφτηκε την πατρίδα του, τη Βαυαρία. Εκεί παντρεύτηκε και επέστρεψε στην Ελλάδα με την Αμαλία και με καινούριο πρωθυπουργό τον Ρούντχαρντ.
Την έλευση του Ρούντχαρντ και την παύση του Άρμασμπεργκ πληροφορήθηκε ο Άγγλος πρεσβευτής στην Αθήνα Λάιονς και, μόλις έφτασε ο Όθωνας στον Πειραιά, τον επισκέφτηκε στο πλοίο κι ορθά κοφτά του ζήτησε να μην απολυθεί ο Άρμασμπεργκ, αλλά να παραμείνει στη θέση του ως αρχικαγκελάριος της Ελλάδας. Ο Όθωνας, όμως, ήταν αποφασισμένος να παύσει οπωσδήποτε τον Άρμασμπεργκ και, ούτε το κύρος, ούτε και η επιμονή του Άγγλου πρεσβευτή μπόρεσαν να του αλλάξουν γνώμη. Έτσι, στις 2/2/1937, πάνω στο πλοίο ακόμα, υπογράφτηκε το διάταγμα για την παύση του Άρμασμπεργκ και την τοποθέτηση του Ρούντχαρντ. Ο ελληνικός λαός, όπως μαθαίνουμε από γράμμα του Ντεριγνύ προς τον Έυναρντ, με ανακούφιση και αγαλλίαση δέχτηκε την παύση του Άρμασμπεργκ και πανηγύρισε για το διώξιμο του ξένου δυνάστη.
Έτσι, παρά τις αγγλικές διαμαρτυρίες και πιέσεις, ο Άμπασμπεργκ διώχτηκε απ’ την Ελλάδα και ο ευνοούμενος του Πάλμερστον έχασε μεν την πρωθυπουργία, επέστρεψε όμως στην πατρίδα του πλούσιος. Όλο το διάστημα που ήταν στην εξουσία είχε το Δημόσιο Ταμείο στο σπίτι του. ‘’Νόμιμα’’ έπαιρνε, επιπλέον του μισθιού του, και 4500 λίρες το χρόνο για χοροεσπερίδες και δεξιώσεις. Ο Μακρυγιάννης μας λέει για τον Άρμασμπεργκ, ότι ‘’ήρθε ψειριασμένος κόντης κι έφυγε μ’ ένα μιλιούνι τάλαρα κι αγόρασε στην πατρίδα του ένα τόπο και τον ονόμασε Ελλάδα’’.
Με το διώξιμο του Άρμασμπεργκ απ’ την Ελλάδα, η Αγγλία έχασε τον άνθρωπό της και στερήθηκε το εκτελεστικό της όργανο στην Αθήνα, γεγονός για το οποίο ο Πάλμερστον δεν μπορούσε να συγχωρέσει τον Όθωνα.
Ο Ρούντχαρτ ήταν άνθρωπος της σχολής του Μέττερνιχ και πολέμιος των Άγγλων. Προσπάθησε να αποσπάσει την Ελλάδα απ’ την αγγλική κηδεμονία και να την θέσει υπό το σκήπτρο της Βαυαρίας. Έτσι, άρχισε ένας οξύς αγώνας μεταξύ αγγλικής και αυστριακής διπλωματίας, με αντικείμενο την Ελλάδα και σε βάρος της, προς πλήρη επαλήθευση του λαϊκού ρητού ‘’δυο γαϊδάροι μάλωναν σε ξένο αχυρώνα’’. Ο αγώνας αυτός πήρε οξύτερη μορφή αδιάλλακτης πάλης κι εξελίχτηκε σε πιο συγκεκριμένη διαμάχη ανάμεσα στον Πάλμερστον και στον Όθωνα. Η διαμάχη αυτή κράτησε για αρκετά χρόνια και γέμισε, τις μεν καρδιές των δύο ανδρών με πολύ και σκληρό μίσος, τη δε Ελλάδα και το λαό της με πολλά δεινά κι αμέτρητες ταλαιπωρίες.
Ο Ρώσος πρεσβευτής στην Αθήνα, στις 9/21 Ιανουαρίου, έστειλε και δεύτερη έντονη διακοίνωση στον Ουάις και διαμαρτυρόταν μεταξύ των άλλων και για τη σύλληψη του ελληνικού πλοίου ‘’Όθων’’. Στις 14/26 Ιανουαρίου έστειλε και τρίτη διαμαρτυρία, στην οποία υπογράμμιζε, ότι ο Πάρκερ, με τις πράξεις του αυτές, παραβίαζε το γράμμα και το πνεύμα της συνθήκης της 7ης Μαΐου 1832, με την οποία οι τρεις προστάτιδες δυνάμεις ίδρυσαν και εγγυήθηκαν το Βασίλειο της Ελλάδος.
Και ο Γάλλος πρεσβευτής στην Αθήνα, με διακοινώσεις του, στις 8/20 και 14/26 Ιανουαρίου, διαμαρτυρήθηκε για τις παράνομες αγγλικές ενέργειες και περισσότερο τόνισε τις επιπτώσεις που θα  είχε ο παρκερικός αποκλεισμός στην οικονομική δυνατότητα της Ελλάδας, απ’ την οποία και η Γαλλία με τη Ρωσία προσδοκούσαν να πάρουν πίσω, όπως και η Αγγλία, μέρος των χρημάτων τους απ’ τα δάνεια που είχαν δώσει στην Ελλάδα μέχρι τότε.
Παρ’ όλα αυτά όμως, οι Άγγλοι ήταν ανένδοτοι. Ο αποκλεισμός του Πάρκερ συνεχίστηκε και στις 17/29 Ιανουαρίου επεκτάθηκε και στα λιμάνια της Σύρου, Ύδρας, Σπετσών και Πάτρας, καθώς και σε όλα τα νησιά του Αιγαίου. Επιπλέον, ο Πάρκερ ειδοποίησε όλους τους Έλληνες εμποροπλοιάρχους, να φέρουν τα πλοία τους στα Αμπελάκια της Σαλαμίνας και να τα παραδώσουν στον αγγλικό στόλο.
Εκατό και πλέον ελληνικά πλοία συνελήφθησαν και τα φορτία τους κατασχέθηκαν. Ανάμεσα σ’ αυτά υπήρχαν και ελληνικά πλοία με ρώσικη σημαία ή ασφαλισμένα σε ρωσικές ασφαλιστικές εταιρίες ή με ρωσικά εμπορεύματα.
 Ταυτόχρονα, γίνονταν απόπειρες από τους Άγγλους, να πείσουν με διάφορα μέσα Έλληνες πολίτες, να υπογράψουν αναφορές προς τη βασίλισσα της Αγγλίας, με τις οποίες να ζητούν την έξωση του Όθωνα. Κανείς, όμως, δεν δέχτηκε τις προτάσεις αυτές των Άγγλων. Αντίθετα, ο λαός, για να αντιδράσει στις καταπιεστικές ενέργειες των Άγγλων, συσπειρώθηκε με μεγαλύτερη αφοσίωση γύρω από τον Όθωνα και με μεγάλο ενθουσιασμό γιόρτασε στις 25 Ιανουαρίου τη 17η επέτειο των ‘’Αποβατηρίων’’ (δηλαδή την επέτειο του ερχομού και της απόβασης του Όθωνα στην Ελλάδα). Με άλλα λόγια, τα πιεστικά και βίαια μέτρα των Άγγλων, αντί να απομακρύνουν το λαό από τον Όθωνα, όπως αυτοί προσδοκούσαν, τον έφεραν πιο κοντά του.
Οι προσπάθειες αυτές των Άγγλων εναντίον του Όθωνα δεν πρέπει να ληφθούν ως αντιμοναρχικές ενέργειες και ως απόπειρες εκδημοκρατισμού του πολιτεύματος στην Ελλάδα. Απλώς, οι Άγγλοι ήθελαν να αντικαταστήσουν το Βαυαρό Όθωνα με άλλον ευνοούμενό τους πρίγκιπα, για να έχουν έτσι την Ελλάδα απόλυτα και σίγουρα στις διαταγές τους.
Στην Κωνσταντινούπολη, όλοι οι πρεσβευτές, πλην του Άγγλου, σε κοινή σύσκεψη και με κοινή διακοίνωση καταδίκασαν την αγγλική τακτική στην Ελλάδα και ολόκληρη σχεδόν η Ευρώπη, με πρωτοπόρο τη Ρωσία, εξανέστη κατά του Πάλμερστον για τις άδικες και απάνθρωπες ενέργειές του στην Ελλάδα. Ο υπουργός Εξωτερικών Λόντος ανακοίνωσε στον ελληνικό λαό τα έξι σημεία της αγγλικής διακοίνωσης και υπογράμμισε τις κατακτητικές απαιτήσεις του Πάλμερστον και τις ληστρικές ενέργειες των Άγγλων. Η ανακοίνωση αυτή συσπείρωσε περισσότερο τους Έλληνες και ξεσκέπασε τις προθέσεις του Άγγλου υπουργού, ο οποίος, μπροστά στη γενική κατακραυγή, αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει και να μετριάσει την ένταση της εναντίον του δυσαρέσκειας και δήλωσε ψευδώς, με ανακοίνωσή του στο Γάλλο πρεσβευτή Θουβενέλ, ότι κακώς ο Λόντος ανακοίνωσε στο λαό τα έγγραφα περί των αγγλικών απαιτήσεων για τα δύο νησάκια, γιατί αυτά αποτελούσαν άλλο θέμα και δεν είχαν σχέση με τις παρούσες αξιώσεις της Αγγλίας και τις συζητήσεις των αποζημιώσεων για τους Επτανήσιους, Πασίφοκο κλπ..
Εδώ, ο Πάλμερστον προσπαθούσε να καλύψει τον εαυτό του με ψευδείς δικαιολογίες, γιατί η αγγλική κατακτητική απαίτηση για τα δύο νησιά δεν ‘’αποτελούσε άλλο θέμα’’, αλλά περιλαμβάνονταν στο αρχικό έγγραφο των αγγλικών διακοινώσεων ως υπ’ αριθμό 6 απαίτηση. Επιπλέον, κατά το τέλος του προηγούμενου έτους (δηλαδή πριν από ένα μήνα περίπου), ο Πάλμερστον έδωσε διαταγή να απομακρυνθούν όλοι οι ξένοι, μη Άγγλοι υπήκοοι, από την Ελαφόνησο και τη Σαπιέντζα. Κι ακόμα, ο Πάλμερστον, με έγγραφό του προς τον Άγγλο πρεσβευτή στην Αθήνα Ουάις στις 12/24 Ιανουαρίου, έλεγε ότι δε γεννάται ζήτημα διεκδίκησης των νησίδων, γιατί αυτές ουδέποτε έπαψαν να ανήκουν στην Ιόνιο πολιτεία και επομένως οι Άγγλοι δεν ζητούσαν από την Ελλάδα την παράδοση των νησιών στην Αγγλία, αλλά την απομάκρυνση των ξένων μη Άγγλων υπηκόων από τα νησιά αυτά. Για να ασκήσει δε ο Πάλμερστον περισσότερη πίεση στην ελληνική κυβέρνηση, ζήτησε κατά τα τέλη Ιανουαρίου την καταβολή εκ μέρους της Ελλάδας του ενός τρίτου των καθυστερημένων τόκων και χρεολυσίων του δανείου των 60 εκατομμυρίων φράγκων που αναλογούσε στην Αγγλία. Το ένα τρίτο αυτό ανέρχονταν σε 7,5 εκατομμύρια δραχμές περίπου. Επιπλέον, ειδοποίησε ότι επρόκειτο να ζητήσει και ό,τι η Ελλάδα όφειλε σε Άγγλους κατόχους χρεογράφων από το δάνειο του 1824. Οι απανωτές αυτές χρηματικές απαιτήσεις της Αγγλίας ήταν πραγματική οικονομική σύνθλιψη για το νεοσύστατο και φτωχό ελληνικό κράτος.
Από την άλλη μεριά, οι έντονες διαμαρτυρίες του Ρώσου πρεσβευτή Περσιάνυ και του Γάλλου Θουβενέλ δεν έμειναν ατελέσφορες. Ξεσήκωσαν τα πνεύματα της Ευρώπης και μετέτρεψαν το όλο θέμα από αγγλοελληνικό σε ρωσοαγγλικό και σε γαλλοαγγλικό. Παράλληλα δε με την Ευρώπη εξεγέρθηκε και η αγγλική κοινή γνώμη. Ο αγγλικός τύπος, με πρωτοπόρες τις εφημερίδες ‘’Πρωινά χρονικά’’, ‘’Σημαία’’ και τους ‘’Καιρούς’’ καταφερόταν εναντίον της πολιτικής του Πάλμερστον.
Τη θέση της Ελλάδας υποστήριξε από τη Γενεύη και ο φιλέλληνας κι ευεργέτης Εϋνάρδος, δημοσιεύοντας σε γαλλική εφημερίδα καυστικό άρθρο κατά του Πάλμερστον. Στη γαλλική Εθνοσυνέλευση, ο άλλοτε πρεσβευτής στην Ελλάδα και τώρα μέλος της Εθνοσυνέλευσης Πισκατόρυ, ύψωσε φωνή κατά του Πάλμερστον, καυτηριάζοντας την πολιτική του και ενισχύοντας το δίκαιο της Ελλάδας. Όταν για μια στιγμή δημιουργήθηκε θόρυβος σε μια πτέρυγα της γαλλικής Βουλής, ο Πρόεδρός της είπε προς τους θορυβούντες Γάλλους αντιπροσώπους: ‘’Έτσι υποστηρίζετε την κυβέρνησή σας; Κάμετε λοιπόν κι εσείς όπως ο ελληνικός λαός, ενισχύστε την κυβέρνηση της πατρίδας σας . . .’’ Από παντού ακούστηκαν φωνές επευφημίας.
Ύστερα από αυτά κι αφού ο Γάλλος υπουργός των Εξωτερικών στρατηγός Λαχίτ έμαθε ακριβώς τις εξελίξεις στο ελληνικό ζήτημα, έστειλε προσωπικό απεσταλμένο του στο Λονδίνο, το Δρουέν Δελουή με ειδική αποστολή, να ασκήσει πίεση στην αγγλική κυβέρνηση. Ο Πάλμερστον, πιεζόμενος αβάσταχτα τις μέρες αυτές από τη γενική εναντίον του κατακραυγή, μέσα κι έξω απ’ την Αγγλία, είδε την άφιξη του Γάλλου απεσταλμένου στην αρχή σα σανίδα σωτηρίας που θα μετρίαζε το βάρος που τον πίεζε και θα τον έβγαζε από το αδιέξοδο και δέχτηκε να προσφέρει η Γαλλία ‘’τις καλές της υπηρεσίες’’.
Ο Δρουέν Δελουή, σε συνεργασία με το Ρώσο πρεσβευτή στο Λονδίνο, βαρόνο Βρουνώφ, συνέταξε σχέδιο συμφωνίας, το οποίο, αφού προεγκρίθηκε κι απ’ τον πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας, Ναπολέοντα Λουδοβίκο, δόθηκε στις 17 Φεβρουαρίου στον Πάλμερστον, ο οποίος εν συνεχεία έστειλε διαταγές στον Ουάις να αναστείλει τον αποκλεισμό, με τη διευκρίνιση ότι οι συζητήσεις του Λονδίνου προχωρούσαν και σύντομα θα ολοκληρώνονταν και θα κατέληγαν σε τελική διευθέτηση της αγγλικής διαφοράς.
Η μεσολάβηση της Γαλλίας προκάλεσε νέες συζητήσεις στην αγγλική Βουλή, γιατί η επίσκεψη του Δρουέν Δελουή στην Αγγλία ενίσχυσε το κύρος της Γαλλίας σε βάρος της αγγλικής αξιοπρέπειας. Ενώ, όμως, με την επέμβαση αυτή της Γαλλίας, εξερχόταν κάπως η Αγγλία απ’ το αδιέξοδο, κατέφθασαν νέες ρωσικές δριμύτατες διαμαρτυρίες για την πολιτική του Πάλμερστον, οι οποίες είχαν ως επίκεντρό τους τις κατακτητικές βλέψεις της Αγγλίας επί των ελληνικών νησίδων Σαπιέντζας και Ελαφονήσου. Έτσι, στις 7/19 Φεβρουαρίου, ο κόμης Νεσελρώδε έστειλε απειλητική διακοίνωση στην Αγγλία, με την οποία ο Ρώσος υπουργός των Εξωτερικών υπεραμυνόταν των ελληνικών δικαίων.
Αξίζει να σημειωθούν τουλάχιστον ορισμένες φράσεις της ιστορικής αυτής διακοίνωσης: ‘’Περί του ζητήματος των νησίδων, η Αυτοκρατορική Κυβέρνηση διακηρύττει ρητώς’’, έλεγε η ρωσική διακοίνωση, ‘’ότι η αγγλική Κυβέρνηση δεν δύναται να θίξει ούτε σπιθαμή γης ελληνικής άνευ συναινέσεως της Ρωσίας και της συμμάχου Γαλλίας . . .’’ και συνέχιζε ο Νεσελρώδε, ‘’ . . . Η Αυτοκρατορική Κυβέρνηση εντέλλεται τω πρέσβει αυτής, όπως απευθύνει προς την Αγγλικήν Κυβέρνησιν εντόνους παρατηρήσεις προκαλών αυτήν λίαν σοβαρώς, ίνα σπεύσει να θέσει τέρμα εις την εν Ελλάδι κατάστασιν πραγμάτων, την ούτε αναγκαία ούσαν, ούτε ουδαμώς δικαιολογημένη . . .’’ Και παρακάτω: ‘’Η πρόθυμος παραδοχή του μέτρου τούτου θέλει καταδείξει εις την Αυτοκρατορικήν Κυβέρνησιν τίνι τρόπω θέλει του λοιπού κανονίσει η Μεγάλη Βρετανία τας προς την Αυτοκρατορικήν Κυβέρνησιν σχέσεις αυτής’’.
Η γαλλική εφημερίδα ‘’Των συζητήσεων’’ χαρακτήρισε τη ρωσική διακοίνωση ως ‘’αληθή εκ μέρους του Αυτοκράτορα της Ρωσσίας μαστίγωσιν του Πάλμερστον’’. Η αγγλική εφημερίδα ‘’Τίμες’’ χαρακτήριζε τη ρωσική διακοίνωση ως ‘’έγγραφο πλέον ακαταμάχητον, δικαιότερον στις αρχές του και δριμύτερον στις μορφές του, περιέχον παρατηρήσεις απαραδειγματίστως αυστηράς και βιαίας προς την Αγγλία. Έγγραφο, όμως, δικαιότατον και αληθέστατον’’.
Ακολούθησε και δεύτερη ρωσική διαμαρτυρία, το ίδιο δριμεία με την πρώτη. Με τις διακοινώσεις αυτές, η Ρωσία μάλλον διαμαρτυρόταν εξ ονόματος ολόκληρης της Ευρώπης. Οι διαμαρτυρίες αυτές αύξησαν ακόμη περισσότερο τις αντιζηλίες μεταξύ Αγγλίας και Ρωσίας. Διέβρωσαν τις σχέσεις τους και έγιναν απαρχή αναζωπύρωσης μιας σοβούσης εχθρότητας μεταξύ των δύο χωρών, η οποία εξελίχτηκε σε μεγάλη διαμάχη και κατέληξε σε λίγα χρόνια στο Μέγα Κριμαϊκό πόλεμο.
Και άλλες δυο διακοινώσεις του Νεσελρώδε ακολούθησαν στις 6 και 16 Μαρτίου εξίσου κατηγορηματικές, με τις οποίες διαμαρτυρήθηκε η Ρωσία για την κατακράτηση των 100 περίπου ελληνικών πλοίων απ’ τον Πάρκερ. Οι τελευταίες ρωσικές διακοινώσεις είχαν ως αποτέλεσμα, να ελευθερωθούν στις αρχές Απριλίου μερικά ελληνικά πλοία (7 ή 9).
Οι συζητήσεις του Λονδίνου στο μεταξύ προχωρούσαν και κατέληξαν στις 6/18 Απριλίου σε τελικό σχέδιο συμφωνίας, το οποίο, αφού θα εγκρινόταν απ’ τον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας και την αγγλική κυβέρνηση, θα αποτελούσε πλέον τη βάση του διακανονισμού της αγγλοελληνικής διαφοράς. Λόγω, όμως, έλλειψης τηλεγραφικής επαφής κατά την εποχή εκείνη, οι σχετικές οδηγίες εστάλησαν ταχυδρομικώς με πλοίο.
Στον μεταξύ, η Γαλλία έστειλε ως έκτακτο απεσταλμένο στην Αθήνα τον πρεσβευτή της απ’ τη Νότιο Αμερική (Λαπλάτα) Γκρω, για τη μεσολάβηση και διευθέτηση της αγγλοελληνικής διαφοράς.
Στην Αθήνα, οι Έλληνες υμνητές των Άγγλων, οι ‘’φιλοστέρλιγκοι’’ αποκαλούμενοι, γνωρίζοντας ότι ο Γκρω ήταν γνωστός φίλος των Άγγλων, είδαν το Γάλλο απεσταλμένο σαν υποστηριχτή των αγγλικών θέσεων στην Ελλάδα. Κατά τις συζητήσεις, όμως, αποδείχτηκε ότι ο Γκρω στάθηκε δίκαιος, ανεπηρέαστος και δεν τάχθηκε με το μέρος των Άγγλων, αλλά υποστήριξε την αλήθεια και το δίκαιο.
Κατά τους υπολογισμούς του Γκρω, η όλη οφειλή της Ελλάδας ανερχόταν μόνο σε 80 με 100 χιλιάδες δραχμές (αντί των 889 χιλιάδων δραχμών που ζητούσαν οι Άγγλοι) και τούτο, όχι γιατί έπρεπε να τις πάρουν κι αυτές, αλλά για να μην καταρρακωθεί ακόμη περισσότερο η αγγλική αξιοπρέπεια. Επεφύλασσε δε ο Γκρω στην ελληνική κυβέρνηση και δικαίωμα απαίτησης για τα ελληνικά πλοία που είχαν πληγεί από τον αγγλικό στόλο. Μ’ αυτό το δικαίωμα η Ελλάδα, αν τελικά κατόρθωνε να το αξιοποιήσει, θα έπαιρνε απ’ τους Άγγλους πολύ περισσότερα απ’ όσα θα τους έδινε. Ο Ουάις, όμως, δεν συμφωνούσε με τις απόψεις του Γκρω και οι συζητήσεις τελματώθηκαν. Ύστερα από τη στάση αυτή του Ουάις, ο Γκρω δήλωσε ότι θεωρεί περιττή την τεραιτέρω συνέχιση των συζητήσεων και οι συνομιλίες διακόπηκαν.
Στις 12/24 Απριλίου, κατέφθασε στον Πειραιά έκτακτο γαλλικό ατμόπλοιο, φέρνοντας οδηγίες στους Γάλλους επισήμους Γκρω και Θουβενέλ, πληροφορώντας τους ότι κάποια συμφωνία υπογράφτηκε στο Λονδίνο, σύμφωνα με την οποία περιοριζόταν η όλη οφειλή της Ελλάδας σε 200 περίπου χιλιάδες δραχμές και ότι, μόλις η συμφωνία οριστικοποιούνταν, θα τους αποστέλονταν αντίγραφα, με βάση τα οποία και θα λυνόταν η όλη αγγλοελληνική διαφορά.
Ξαφνικά, όμως, στις 12/24 Απριλίου, δηλαδή την ίδια μέρα του ερχομού του γαλλικού πλοίου, ο Ουάις ανακοίνωσε στο Γκρω, ότι επαναλάμβανε τον αποκλεισμό των ελληνικών λιμανιών, επειδή καθυστερούνταν από ελληνικής πλευράς η ικανοποίηση των αγγλικών αξιώσεων. Έτσι, παρά τις διαμαρτυρίες του Γκρω, την επόμενη (13 Απριλίου) άρχισε νέος αποκλεισμός.
Φαίνεται, ότι ο Ουάις πήρε εντολή απ’ τον Πάλμερστον να ασκήσει νέα πίεση στην ελληνική κυβέρνηση, προσπαθώντας να επιτύχει λύση καλύτερη απ’ τη συζητούμενη στο Λονδίνο και προτού η λύση του Λονδίνου γίνει αποδεκτή απ’ την αγγλική κυβέρνηση και πάρει την οριστική της μορφή ή ο Ουάις με τον Πάρκερ με δική τους πρωτοβουλία σκέφτηκαν να πιέσουν την ελληνική κυβέρνηση, ώστε πριν οριστικοποιηθεί η λύση του Λονδίνου να αναγκαστεί η Ελλάδα να προχωρήσει σε λύση, η οποία τελικά θα φαινόταν ως δική τους επιτυχία. Έτσι, ύστερα από μια συμφερότερη στους Άγγλους συμφωνία στην Αθήνα θα διακόπτονταν οι περαιτέρω συζητήσεις στο Λονδίνο ως άσκοπες πια και η αγγλική κυβέρνηση θα απαλλασσόταν από την ταπείνωση της παραδοχής των γαλλικών εισηγήσεων ή των ρωσικών πιέσεων, πράγμα το οποίο θα θεωρούνταν πραγματικά μεγάλη νίκη και υπηρεσία του Ουάις και του Πάρκερ προς τη χώρα τους και μεγάλη εξυπηρέτησή τους προς τον Πάλμερστον.
Η ελληνική κυβέρνηση, μόλις πήρε το τελεσίγραφο του Ουάις περί νέου αποκλεισμού και επειδή δεν είχε νεότερα για τις τελευταίες εξελίξεις των διεθνών κινήσεων στο Λινδίνο στο ελληνικό ζήτημα, θορυβήθηκε και τη νύχτα της 12ης προς την 13η Απριλίου συγκλήθηκε εσπευσμένα σύσκεψη στα ανάκτορα υπό την προεδρία του Όθωνα και αποφασίστηκε να γίνει μυστική συνεδρίαση της Βουλής για να ληφθεί υπόψη και η γνώμη των βουλευτών. Πραγματικά, η Βουλή συνήλθε σε σύσκεψη στις 13 του μηνός και, αφού εξετάστηκε η δεινή θέση της Ελλάδας και λήφθηκαν υπόψη οι αναμενόμενες νέες τρομερές συνέπειες από την απανάληψη του αποκλεισμού, αποφασίστηκε να παραδεχθεί τυπικά η Ελλάδα τις αξιώσεις της αρχικής αγγλικής διακοίνωσης. Αυτό έγινε, αφ’ ενός μεν, για να μη θιγεί το αγγλικό γόητρο, αφ’ ετέρου δε, για να δημιουργηθεί βάση προσέγγισης Αγγλίας και Ελλάδας. Παρ’ ότι, όμως, έγιναν τυπικά αποδεκτές οι αρχικές αγγλικές αξιώσεις, στην ουσία περιορίζονταν από ελληνικής πλευράς στο ένα τρίτο οι χρηματικές απαιτήσεις της Αγγλίας και το συνολικό ποσό κατέβαινε τελικά σε 320 χιλιάδες δραχμές περίπου, από 889 χιλιάδες που ήταν αρχικά.
Στις 15 Ιουλίου, η ελληνική Βουλή και η Γερουσία ενέκριναν το ποσό αυτό των 320 χιλιάδων δραχμών και ο υπουργός των Εξωτερικών ανακοίνωσε την απόφαση της Ελλάδας στον Ουάις. Ύστερα από δύο μέρες, στις 17 Απριλίου 1850 κι αφού δόθηκαν πρώτα οι 320 χιλιάδες δραχμές στον Ουάις, λύθηκε ο αποκλεισμός και ο Άγγλος πρεσβευτής εγκατέλειψε τη ναυαρχίδα, γύρισε στην Αθήνα κι εγκαταστάθηκε και πάλι στο οίκημα της αγγλικής πρεσβείας. Ταυτόχρονα, εγκύκλιος του υπουργού των Εσωτερικών Νοταρά κοινοποιούσε στους νομάρχες και επάρχους του κράτους την επελθούσα συμφωνία και τη λύση του αποκλεισμού.
Έτσι, κλείστηκε στην Αθήνα η συμφωνία της λήξης του αποκλεισμού πριν φτάσουν τα έγγραφα των αποφάσεων που πάρθηκαν στο Λονδίνο με τη συμμετοχή αντιπροσώπων Γαλλίας και Ρωσίας, ειδικά απεσταλμένων για το θέμα αυτό.
Μόλις έμαθε η Γαλλία τις εξελίξεις αυτές της Αθήνας, οι οποίες έγιναν μετά από τη συμφωνία του Λονδίνου και παρά τη συμφωνία αυτή, διαμαρτυρήθηκε εντονότατα και ο Γάλλος απεσταλμένος στο Λονδίνο Δρουέν Δελουή ζήτησε γραπτές εξηγήσεις απ’ την αγγλική κυβέρνηση για την παρασπονδία της αυτή και την από μέρους των Άγγλων αθέτηση των προ ημερών ήδη συμφωνηθέντων στο Λονδίνο.
Ο Πάλμερστον, ως αρχιτέκτων και μηχανορράφος των γενομένων, προσπάθησε να δικαιολογηθεί κι αρνήθηκε να δώσει γραπτές εξηγήσεις στη γαλλική διαμαρτυρία. Απ’ τη στάση αυτή του Άγγλου υπουργού ο Δρουέν Δελουή εξοργίστηκε και εγκατέλειψε το Λονδίνο, αφήνοντας και εντονότατη διαμαρτυρία εκ μέρους της γαλλικής κυβέρνησης στον Πάλμερστον, για την καταφανή και δόλια αθέτηση των συμφωνηθέντων. Έτσι, η συμφωνία της Αθήνας, αντί να ελαφρώσει τη θέση της Αγγλίας και να απαλλάξει τον Πάλμερστον απ’ τη γαλλική μεσολάβηση, όπως έλπιζε ο Ουάις, περιέπλεξε πιο πολύ τα πράγματα και προκάλεσε αγγλογαλλική κρίση, ταπεινώνοντας την Αγγλία περισσότερο.
Η γαλλική Βουλή, ενοχλημένη από τη δολιότητα του Πάλμερστον, εξέφρασε την οργή της για την τακτική του αυτή και ο Γάλλος υπουργός των Εξωτερικών Λαχίτ δήλωσε στη γαλλική Εθνοσυνέλευση, ότι η γαλλική κυβέρνηση ανακάλεσε απ’ το Λονδίνο τον έκτακτο απεστελμένο της Δρουέν Δελουή, για να εκδηλώσει έτσι εντονότερη τη δυσαρέσκειά της προς τον Πάλμερστον για την ακατονόμαστη διαγωγή του στο ελληνικό ζήτημα.
Επίσης, τις μέρες αυτές, οι πρεσβευτές Γαλλίας, Ρωσίας και Βαυαρίας στο Λονδίνο, σε ένδειξη διαμαρτυρίας και οργής, δεν πήγαν σε δείπνο που έδωσε ο Πάλμερστον προς τιμή της βασίλισσας της Αγγλίας για την επέτειο της ανόδου της στο θρόνο.
Ύστερα από το δεύτερο αποκλεισμό και την κακόπιστη αθέτηση απ’ τον Πάλμερστον των συμφωνιών του Λονδίνου, η γαλλική κυβέρνηση, με έκτακτο απεσταλμένο της στην Πετρούπολη, ενημέρωσε επίσημα τη ρωσική κυβέρνηση για τις εξελίξεις της αγγλογαλλικής ρήξης και τη θέση της Γαλλίας επί του όλου θέματος. Αυτό σύσφιξε και τόνωσε περισσότερο τις σχέσεις Γαλλίας και Ρωσίας και απομάκρυνε τις δυο χώρες γρηγορότερα από την Αγγλία. Επιπλέον, ο Ρώσος πρεσβευτής στο Λονδίνο, με εντολή της κυβέρνησής του, επέδωσε νέα έντονη διαμαρτυρία στον Πάλμερστον, στην οποία τονιζόταν, ότι ‘’η Ρωσία είναι αποφασισμένη και επαγρυπνεί για τη διατήρηση του ελληνικού Κράτους’’.
Και ενώ ο Ρώσος πρεσβευτής στο Λονδίνο παρέδιδε την έντονη αυτή διαμαρτυρία στην αγγλική κυβέρνηση, η Ρωσία, για να δείξει και έμπρακτα το ενδιαφέρον της και τη συμπαράστασή της προς την Ελλάδα, προχωρούσε στην οριστική συνομολήγηση εμπορικής συνθήκης με την Ελλάδα. Τη συνθήκη αυτή ενέκρινε παμψηφεί η ελληνική Βουλή σε συνεδρίασή της στις 5 Ιουνίου. Ταυτόχρονα, ο Ρώσος πρεσβευτής στην Αθήνα  δήλωσε στην ελληνική κυβέρνηση, ότι ο τσάρος δε θα ζητούσε απ’ την Ελλάδα το μερίδιο της Ρωσίας για τόκους και χρεολύσια από το δάνειο των 60 εκατομμυρίων φράγκων που παραχώρησαν οι τρεις δυνάμεις στην Ελλάδα, μέχρι που το κράτος να συνέλθει απ’ τη δεινή δοκιμασία και τη μεγάλη καταστροφή που έπαθε απ’ τον αγγλικό αποκλεισμό.
Με τέτοιου είδους δηλώσεις και ενέργειες εκδηλώνονταν η γενική κατακραυγή της Ευρώπης για την άδικη πολιτική του Πάλμερστον και τη ληστρική τακτική της Αγγλίας στην Ελλάδα.
Θυελλώδεις συζητήσεις έγιναν  και στις Βουλές των Λόρδων και των Κοινοτήτων στο Λονδίνο. Δριμύτατες ακούστηκαν στα αγγλικά Κοινοβούλια οι φωνές των λόρδων Αβερδίνου, Ίγγλις, Πηλ, και Στάνλεϋ και των βουλευτών Δισραέλη, Ρεβούκ, Κόχραν, Μάουερς και άλλων εναντίον του Πάλμερστον. Όλοι οι επιφανείς αυτοί Άγγλοι πολιτικοί κατέκριναν αυστηρότατα την πολιτική του Άγγλου υπουργού των Εξωτερικών και υπεραμύνθηκαν των ελληνικών δικαίων.
Στη συνεδρίαση της αγγλικής Βουλής, στις 5/17 Ιουνίου, ο λόρδος Στάνλεϋ, με όλη του την ευγλωττία, κατέκρινε την πολιτική της κυβέρνησης και ιδιαίτερα του Πάλμερστον και είπε μεταξύ των άλλων και τα εξής: ‘’Η διαγωγή της κυβέρνησης (αγγλικής) υπήρξε απρεπής, άδικη και βάρβαρη και προσπάθησε χωρίς καμία αιτία να διαταράξει την υπάρχουσα αρμονία μεταξύ των Κυβερνήσεων της Ευρώπης. Και σας ρωτώ: Πολλές από τις απαιτήσεις της αγγλικής κυβέρνησης, που έγιναν εναντίον τόσο αδυνάτου κράτους σαν την Ελλάδα, δεν είναι υπερβολικές και μερικές μάλιστα αβάσιμες ή έγιναν κατά τέτοιο τρόπο, ο οποίος και προκάλεσε την απόρριψή τους;’’ Και παρακάτω. ‘’Το συνταγματικό αυτό κράτος (η Ελλάδα), το οποίο γεννήθηκε πριν από 18 χρόνια (1832), διατελεί υπό την προστασίαν των Τριών Δυνάμεων, οι οποίες εγγυήθηκαν την ανεξαρτησία του. Πέρα δε από όλες τις χρηματικές υποχρεώσεις που έχει προς τις δυνάμεις αυτές (η Ελλάδα) και οι οποίες υποχρεώσεις παρέχουν το αποτρόπαιο δικαίωμα στις Δυνάμεις να επεμβαίνουν στις εσωτερικές του υποθέσεις, η καινούρια αυτή αγγλική επέμβαση γίνεται πραγματικά απαίσια όσον αφορά τα συμφέροντα χώρας, στην οποία οι αντιπρόσωποι των Δυνάμεων εργάζονται σκευωρούντες προς εξασφάλιση ιδίου πολιτικού οφέλους η καθεμιά’’.
Εξετάζοντας δε ο Στάνλεϋ την ιστορία καθεμιάς των αγγλικών απαιτήσεων είπε: ‘’Ακούσατε ποτέ κύριοι να απευθύνει έντονες αξιώσεις η Κυβέρνησή μας προς την Παπική Κυβέρνηση ή την Κυβέρνηση της Νεαπόλεως, γιατί οι Άγγλοι υπήκοοι ληστεύθηκαν από Ιταλούς ληστές, όπως έκαμε εναντίον της Ελλάδος, γιατί προσβλήθηκε κάποιος Ιόνιος υπήκοος; Να λοιπόν από τι συνίσταται και σε τι αποβλέπει η προς την Ελλάδα πολιτική της Κυβέρνησής μας. Χρήματα, χρήματα και πάλι χρήματα. Προσβλήθηκε κάποιος Ιόνιος; Περάστε τον στο λογαριασμό του ελληνικού λαού. Η διατίμηση είναι έτοιμη, 20 λίρες στερλίνες κατά κεφαλή (θορυβώδη γέλια). Είναι δύσκολο να μιλήσει κανένας σοβαρά για τέτοια γελοία πράγματα, αλλά είναι δυσκολότερο να κρατήσει την αγανάκτησή του, αναλογιζόμενος ότι από τέτοια ζητήματα κινδυνεύει η ειρήνη της Ευρώπης (χειροκροτήματα). Και δεν φαίνεται στα μάτια σας ο λόρδος Πάλμερστον σαν άνθρωπος ο οποίος, αφού πέταξε μικρό παιδάκι απ’ το παράθυρο, αποκρίνεται προς τον οικοδεσπότη: ‘’περάστε τον στο λογαριασμό’’ (θορυβώδη γέλια). Και πραγματικά, δίνοντας στην Ελλάδα, της οποίας το ταμείο βρίσκεται σε αθλία κατάσταση, ένα λογαριασμό για να πληρωθούμε εμείς, δεν δίνουμε μεγάλη ιδέα για την δήθεν αξία των Άγγλων  υπηκόων; (γέλια). Αλλά αξίζει αυτά τα αίτια να μας αναγκάσουν να σαλπίσουμε τη σάλπιγγα του πολέμου; Και έχει το δικαίωμα η κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας να διαταράξει τον ειρηνικό πολιτικό ορίζοντα με την αυστηρότητα με την οποία κρίνει τις αξιώσεις της, ακόμα και αν υποτεθεί ότι αυτές είναι δίκαιες; (χειροκροτήματα) . . . Νομίζετε ότι η Ρωσία είναι ευχαριστημένη με τις δηλωθείσες αξιώσεις μας ως προς τους διαμένοντες στο εξωτερικό Άγγλους υπηκόους;’’
Ο λόρδος Στάνλεϋ συνέχισε κατακεραυνώνοντας την αγγλική κυβέρνηση και τον Πάλμερστον και έκλεισε την ομιλία του με τα παρακάτω:
‘’Έχω καθήκον να εκδηλώσω τη βαθύτατή μου λύπη για την πορεία του ανδρός (Πάλμερστον) και να σας παρακαλέσω να θυμηθείτε ότι η υπόθεση αυτή δεν είναι από εκείνες στις οποίες έχουμε υποχρέωση να υποτασσόμαστε στα ιδιαίτερα αισθήματά μας. Οφείλω να σας υπενθυμίσω ότι έχετε να επιτελέσετε εδώ κι εσείς μεγάλο καθήκον, το οποίο είναι τη στιγμή αυτή δικαστικό, για να ξαναφέρετε την καλή σύμπνοια στον αγγλικό λαό και με την απόφασή σας να εξαγνίσετε τη χώρα μας από το στίγμα και το αίσχος, το οποίο μόνο του κολλά επάνω του μεγάλο και ισχυρό κράτος, υποβαθμίζοντας την υπεροχή του, με το να επιβάλει σε κράτος φιλικό, αδύνατο κι ανυπεράσπιστο, αξίωση άδικη και υπερβολική (θορυβώδη χειροκροτήματα). Η Βουλή έχει καθήκον να δείξει, ότι η αγγλική κυβέρνηση στιγματίστηκε και εξυβρίστηκε με την αναξιοπρεπή διαγωγή της απέναντι σε κράτος ανίσχυρο’’.
Ύστερα από τον καταπέλτη αυτό, ο Πάλμερστον προσπάθησε αγορεύοντας επί 5 ώρες σε δύο συνεχείς συνεδριάσεις της Βουλής και να δικαιολογήσει την πολιτική της κυβέρνησης και τη στάση του προς την Ελλάδα με διάφορες σοφιστείες και διπλωματικές ανακριβολογίες. Στην επόμενη συνεδρίαση, στις 16/28 Ιουνίου, μίλησε ο αρχηγός της αντιπολίτευσης και πρώην πρωθυπουργός Πηλ, ο οποίος και κατέκρινε κι αυτός με τη σειρά του τη στάση της κυβέρνησης. Παράδοξα, όμως, ο Ρόμπερτ Πηλ πέθανε την επόμενη μέρα αυτής της συνεδρίασης.
Η δυσαρέσκεια και η οργή κατά της Αγγλίας επεκτάθηκε εντονότερη σ’ όλη γενικά την Ευρώπη και ο ξένος τύπος όλο και πιο βίαια εξαπέλυε τους μύδρους του κατά του Πάλμερστον και της Αγγλίας. Η παρισινή εφημερίδα ‘’Επιθεώρηση των δύο Κόσμων’’, με το άρθρο της ‘’Η τελευταία απάτη του λόρδου Πάλμερστον’’, που δημοσίευσε στις 20 Ιουνίου/1 Ιουλίου, άσκησε δεινό έλεγχο στον Πάλμερστον και στιγμάτισε αυστηρά πολιτικά και ηθικά την τακτική του στο αγγλοελληνικό ζήτημα. Το άρθρο έλεγε τα εξής: ‘’Το ελληνικό ζήτημα δεν είναι ζήτημα άξιο πολλού λόγου, δεν υπερτονίζουμε τη σημασία αυτού πέραν του προσήκοντος, αλλά είναι τελευταίο τεκμήριο της αλήθειας, ότι μικρή υπάρχει βεβαιότητα για τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης επί οποιουδήποτε ζητήματος με το λόρδο Πάλμερστον. Και αυτή η απόδειξη είναι εκείνο το οποίο κατέστησε το μικρό αυτό ζήτημα, ζήτημα ευρωπαϊκό. Όλες οι περιπέτειες αυτής της υπόθεσης, από την αρχή μέχρι το τέλος, λαμβάνονται υπόψη από την Ευρώπη. Βλέπουμε κράτος αδύνατο και απροστάτευτο να προσβάλεται βάναυσα από ένα στόλο πολύ ισχυρό. Και γιατί; Για την οικτρότατη και γελοία υπόθεση που συνίσταται απ’ τις παράνομες αξιώσεις κάποιου Εβραίου Πασίφικου. Πού είναι το δίκαιο των Εθνών, όταν η Αγγλία απονέμει η ίδια στον εαυτό της δικαιοσύνη χωρίς καμιά προηγούμενη εξήγηση και ειδοποίηση; Όλος ο κόσμος και οι ισχυροί και οι αδύνατοι, προσβλήθηκαν από το πλήγμα που δόθηκε άδικα στην Ελλάδα. Στο εξής, οι Άγγλοι υπήκοοι ή μάλλον οι υπήκοοι του Πάλμερστον, δε θα μπορούν να διαμένουν στη Ρωσία ή στην Αυστρία χωρίς να παραιτούνται απ’ την προστασία της κυβέρνησής τους. Η Ρωσία και η Αυστρία δεν θέλουν να παρουσιάζεται αγγλικός στόλος ξαφνικά μπροστά στην Τεργέστη ή στην Οδησσό για ύποπτες τυχόν αξιώσεις κάποιου Ιονίου ή Μελιταίου εμπορομεσίτη ή για τις δυσαρέσκειες κάποιου Άγγλου. Εάν το μέτρο αυτό ήθελε εφαρμοσθεί από τη Ρωσία και την Αυστρία και γίνει νόμος, γρήγορα θα δούμε να ξαναζεί ο Ηπειρωτικός αποκλεισμός’’. Εδώ η εφημερίδα εννοούσε τον αποκλεισμό που επέβαλε παλαιότερα ο Ναπολέων ο Α’ στην Αγγλία και στα αγγλικά εμπορεύματα.
Η επίσης γαλλική εφημερίδα ‘’Των συζητήσεων’’ έγραφε: ‘’ . . . λυπηρότατο και ανηθικότατο πάντων είναι αναμφισβήτητα όλα τα μεταξύ κυβερνήσεων και λαών αναφυόμενα ζητήματα ή επιβολή λύσεων με βάρβαρη βία. Η πανίσχυρη Αγγλία, βάζοντας σε ενέργεια αυτή την καινοφανή θεωρία, επέβαλε με τη βία τις υπέρογκες αξιώσεις της στο μικρό ελληνικό βασίλειο, σε κράτος στο οποίο, υπακούοντας άλλοτε η ίδια σε ευγενέστερα αισθήματα, παρείχε τη δική της προστασία. Γνωρίζουμε, ότι στην Αγγλία πολλοί γενναίοι άνδρες διαμαρτυρήθηκαν εναντίον των βιαιοτήτων του λόρδου Πάλμερστον κατά της Ελλάδος και ότι η διαγωγή του κατακρίθηκε αυστηρότατα από μεγάλο μέρος των δύο Βουλών. Αλλά ό,τι έγινε δεν έγινε τόσο προς ζημία του ελληνικού ταμείου, όσο προς ζημία της τιμής και της ηθικότητας των ευρωπαϊκών λαών’’.
Ύστερα από τη γενική κατακραυγή, η Αγγλία αναγκάστηκε να προτείνει νέο σχέδιο συμφωνίας της Αθήνας στις 15/27 Απριλίου. Η Γαλλία δέχτηκε το νέο σχέδιο και ο Δρουέν Δελουή ξαναγύρισε στο Λονδίνο. Η νέα συμφωνία, η οποία δεν απείχε πολύ από τη συμφωνία της Αθήνας, επικυρώθηκε απ’ τη βασίλισσα της Αγγλίας, τον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας και τον Όθωνα και έλυσε οριστικά το ζήτημα της αγγλοελληνικής διαφοράς και του αποκλεισμού.
Τα γεγονότα αυτά είναι γνωστά στην ιστορία με το όνομα ‘’Παρκερικά’’, από το όνομα του πρωτοστάτη στον αποκλεισμό Άγγλου ναυάρχου Πάρκερ, οι δε επιπτώσεις και οι απηχήσεις τους ξεπέρασαν τα όρια του ελληνικού βασιλείου και έγιναν ιστορικά γεγονότα διεθνούς σημασίας.
Οικονομικά η Ελλάδα βγήκε απ’ όλη αυτή τη δοκιμασία γονατισμένη και τσακισμένη. Μόνο το ελληνικό Δημόσιο Ταμείο έχασε περί το ένα εκατομμύριο γραχμές απ’ τον αποκλεισμό. Ηθικά και πολιτικά, όμως, βγήκε ισχυρότερη και με ενισχυμένο κύρος. Όλα δε τα έθνη και οι λαοί, ακόμα και ο αγγλικός, θαύμασαν και εκτίμησαν τη στάση της και την αξιοπρέπειά της.
Οι απόπειρες της Αγγλίας για την άνοδο στην ελληνική κυβέρνηση του αγγλικού κόμματος των Μπαρλαίων και την έξωση του Όθωνα κι αντικατάστασή του από άλλον ηγεμόνα Άγγλο ή φίλο και ευνοούμενο της Αγγλίας απέτυχαν, με μόνο αποτέλεσμα την καταρράκωση του αγγλικού κύρους στην Ευρώπη και τον κλονισμό της αγγλικής κυβέρνησης του λόρδου Ράσσελ.
Πραγματικά, αμφισβητήθηκε το κύρος και κλονίστηκε η θέση της κυβέρνησης στις αγγλικές Βουλές και δριμύτατοι λόγοι εκφωνήθηκαν εναντίον της, οι οποίοι έθεσαν και θέμα εμπιστοσύνης και προκάλεσαν ψηφοφορίες στη Βουλή και στη Γερουσία.
Η κυβέρνηση διέτρεξε μεγάλο κίνδυνο, αλλά σώθηκε χάρη στο γνωστό όνομα και στο κύρος του πρωθυπουργού Ράσσελ και διατηρήθηκε στην αρχή με μόνο μικρή πλειοψηφία 21 ψήφων.
Ο Πάλμερστον, για τις αλλοπρόσαλλες αυτές ενέργειές του και την ακατονόμαστη και σατραπική πολιτική του προς την Ελλάδα, χαρακτηρίστηκε απ’ τη διεθνή κοινή γνώμη κι από τον τύπο της Ευρώπης ως ‘’λόρδος εμπρηστής’’ κι έμεινε γνωστός στην ιστορία ως ‘’ο τρελός διπλωμάτης’’.

No comments:

Post a Comment