Wednesday, March 23, 2011

Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΕ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ Alekos N. Agelidis

Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΕ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ
Αγγλικοί αποκλεισμοί της Ελλάδας (1850 – 1900)

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ
Προκειμένου να ερευνηθεί με αντικειμενικότητα ένα ιστορικό γεγονός ή σειρά ιστορικών γεγονότων, δεν είναι αρκετή μόνο η χρονική  αναδρομή και η απλή απαρίθμηση των επιμέρους συμβάντων, τα οποία και συγκροτούν το ιστορούμενο γεγονός ή τα ιστορούμενα γεγονότα. Γιατί, αν βλέπουμε το ιστορικό αυτό γεγονός ως ένα μεμονωμένο και απλό συμβάν του παρελθόντος, αδιάφορο και ξεκομμένο από την όλη συνέχεια της Ιστορίας και δεν το ερευνούμε βαθύτερα για να βρούμε τους αληθινούς λόγους που ανάγκασαν τη γέννησή του, ούτε και ενδιαφερόμαστε να προσδιορίσουμε καθαρά τα πραγματικά αίτια που το δημιούργησαν και να το στηρίξουμε σταθερά πάνω σ’ αυτά, τότε η προσπέθειά μας θα είναι ελλιπής και όσο κι αν θεωρούμε τον εαυτό μας αντικειμενικό και τις προθέσεις μας αμερόληπτες, υπάρχει κίνδυνος εύκολα να παρεκκλίνουμε απ’ την αστήριχτη και χωρίς υπόβαθρο πορεία μας στην αναδρομή μας αυτή και αναπόφευκτα να παραποιήσουμε την αλήθεια.
Και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, που ορισμένοι συγγραφείς μας παρουσιάζουν πολλά ιστορικά γεγονότα ξεκομμένα απ’ τη ροή της ιστορίας και πολλές φορές παραποιημένα, ανάλογα με τις περιστάσεις και τα συμφέροντά τους και περιγράφουν ή χαρακτηρίζουν τους πρωταγωνιστές και τους ήρωες των γεγονότων αυτών τελείως αυθαίρετα, είτε προβάλλοντάς τους με εντονότερα χρώματα ή σκιαγραφώντας τους με ατονότερες αποχρώσεις, ανάλογα και πάλι με το πώς εξυπηρετούνται καλύτερα οι εκάστοτε σκοποί τους και οι υστερόβουλες επιδιώξεις τους.
Όταν δεν ερευνήσουμε όλα τα αίτια τα οποία συνέβαλαν και οδήγησαν στη γέννηση των ιστορικών γεγονότων και δε μας ενδιαφέρουν οι επιπτώσεις και οι επιδράσεις που είχε η εξέληξη των γεγονότων αυτών στο τότε παρόν, στο αμέσως μετέπειτα ή και στο απώτερο μέλλον ή επίτηδες παραβλέπουμε τις μετέπειτα συνέπειες αυτών των γεγονότων, τότε, αφ’ ενός ταυτίζουμε την αφήγηση ενός ιστορικού γεγονότος με τη διήγηση ενός παραμυθιού, αφ’ ετέρου αδικούμε ή κρίνουμε αμερόληπτα τους πρωταγωνιστές των γεγονότων αυτών και τελικά δημιουργούμε μια νόθα και παραποιημένη Ιστορία.
Αν, όμως, θέλουμε να μελετήσουμε ένα ιστορικό γεγονός ή σειρά γεγονότων, όχι για να εξυπηρετήσουμε υποκειμενικές μας διαθέσεις ή προτιμήσεις αμφίβολων προελεύσεων και κατευθύνσεων, ούτε για να επαινέσουμε ή να κατηγορήσουμε πρόσωπα ή καταστάσεις του παρελθόντος, γιατί έτσι μας υπαγορεύουν αλλότρια και ξένα προς την ιστορία συμφέροντα, αλλά μόνο για να υπηρετήσουμε την αλήθεια και να δείξουμε μια ιστορική πραγματικότητα, τότε δε θα πρέπει να αρκεστούμε σε απλή αφήγηση ορισμένων επεισοδίων και συμβάντων μικρών ή έστω μεγάλων, τα οποία απαρτίζουν το κύριο μέρος του γεγονότος που μας απασχολεί. Αν παρουσιάσουμε ένα ιστορικό γεγονός τελείως απομονωμένο και ξεκομμένο και από το παρελθόν του και από το μέλλον του, τότε το απογυμνώνουμε απ’ όλη του την αξία, του στερούμε όλη του τη βαρύτητα και του αφαιρούμε κάθε ιστορικό του ενδιαφέρον.
Για να μελετήσουμε, λοιπόν, ένα συμβάν του παρελθόντος σ’ όλη του την έκταση και να το κατανοήσουμε ως πραγματικό σ’ όλη του την έκταση και να το κατανοήσουμε ως πραγματικό γεγονός και ως ιστορική πραγματικότητα σ’ όλο του το βάθος, πρέπει να το συνδέσουμε και με το παρελθόν του και με το μέλλον του. Και όσον αφορά το παρελθόν του, πρέπει κατ’ αρχάς να βρούμε τα πραγματικά και αληθινά αίτια που το δημιούργησαν και, αν είναι δυνατόν, να πάμε πίσω ψάχνοντας και ερευνώντας ακόμα και τις ρίζες των αιτίων αυτών. Πρέπει να εξετάσουμε και να διακρίνουμε τη συμβολή των επιμέρους συντελεστών του στη γέννησή του, ακόμα και των πιο απομακρυσμένων και να δούμε τις επιμέρους επιδράσεις τους πάνω στη διαμόρφωση και στην εξέληξη του μελετώμενου γεγονότος. Αφού διαπιστώσουμε τα αίτιά του και παρακολουθήσουμε χρονικά και ιστορικά την εξέληξή τους, φτάνουμε στη συναρμολόγηση, στην αναπαράσταση και ξαναδημιουργία του κυρίως γεγονότος που μας αφορά. Είναι, δηλαδή, κάτι περίπου το ίδιο με το να θέλουμε να δούμε, πώς σχηματίστηκε το α’ ή το β’ σημείο ενός ποταμού και, για να το διαπιστώσουμε, πάμε πίσω, αντίθετα προς το ρεύμα του και ανατρέχουμε προς όλες τις κατευθύνσεις, ψάχνοντας να βρούμε όλους τους παραποτάμους του και τις πηγές τους. Έτσι, βλέπουμε από πού προέρχονται τα νερά και πόσα από κάθε μέρος και συλλαμβάνουμε την όλη εικόνα της δημιουργίας του δεδομένου αυτού σημείου του ποταμού. Και προκειμένου για ιστορικό ζήτημα, με την ίδια περίπου πορεία εξακριβώνουμε τα αίτια και μελετούμε τις πηγές και τους λόγους οι οποίοι εκκόλαψαν και ανάγκασαν τη δημιουργία του.
Αφού εντοπίσουμε τους λόγους και διαπιστώσουμε όλα τα αίτια, μπορούμε στη συνέχεια να εκτιμήσουμε και να επιμετρήσουμε την ποσοτική συμμετοχή του κάθε συντελεστή στη δημιουργία της υπο μελέτη ιστορικής πραγματικότητας. Δεν μπορούμε, όμως, να κατηγορήσουμε ή να επαινέσουμε, να δικαιολογήσουμε ή να ψέξουμε τα επιμέρους αίτια και τους συντελεστές ενός γεγονότος αν δεν προσδιορίσουμε, εκτός απ’ την ποσοτική και ποιοτική συμβολή του κάθε συντελεστή και το είδος της ποιότητας του κάθε γενεσιουργού αιτίου. Όπως δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ευτυχείς ή δυστυχείς τους κατοίκους των περιοχών που διατρέχει ένας ποταμός, ο παραπάνω αναφερόμενος για παράδειγμα, του οποίου τις πηγές μελετήσαμε και τους παραποτάμους προσδιορίσαμε, αν δεν εξετάσουμε και δεν λάβουμε υπόψη μας και τις επιδράσεις του ποταμού στις περιοχές που διασχίζει κατά τη διαδρομή του και δεν εκτιμήσουμε και τα αποτελέσματα που επιφέρει η παρουσία του στα μέρη αυτά.
Για να ολοκληρώσουμε, λοιπόν, το έργο μας, επιβάλλεται να ερευνήσουμε και τις επιπτώσεις του οποιουδήποτε ιστορικού γεγονότος σε χώρους και εποχές. Να δούμε, δηλαδή, την εξάπλωσή του σε όλες του τις εκφάνσεις. Με άλλα λόγια, πόση έκταση χώρου πάνω στη γη επηρέασε το γεγονός αυτό και για πόσο χρόνο και σε τι βαθμό ή ιστορική πορεία και οι εκδηλώσεις του χώρου αυτού άλλαξαν όψη, τόνο ή κατεύθυνση, λόγω απίδρασης των αποτελεσμάτων του γεγονότος αυτού. Επομένως, ανάλογα με την έκταση σε χώρο και την ένταση σε χρόνο που έλαβε το γεγονός αυτό, χαρακτηρίζεται και εκτιμάται και η ποιοτική του βαρύτητα κατατάσσεται και παίρνει την ανάλογη αξία και θέση στο ιστορικό γίγνεσθαι του ανθρώπου. Έτσι, άλλα συμβάντα στην ιστορία έχουν γενικές και διεθνείς επιδράσεις, όπως οι μεγάλες μεταναστεύσεις και μετακινήσεις λαών, οι παγκόσμιοι πόλεμοι κλπ., άλλα επηρεάζουν γενικότερα περιοχές, ένα ημισφαίριο ή ηπείρους και άλλα εμφανίζονται, εξελίσσονται και επενεργούν σε μικρότερους και πιο περιορισμένους χώρους, όπως ομάδες κρατών ή κράτη μεμονωμένα ή και τμήματα μόνον ενός κράτους, όπως είναι οι επιπτώσεις διάφορων πολιτικών καταστάσεων, η διακυβέρνηση μιας χώρας από την α’ ή β’ πολιτική μερίδα, κλίκα ή κόμμα, ή εκδήλωση ιδιαίτερης προσοχής ή η παραμέληση μιας περιοχής ή τμήματος λαού από μια συγκεκτιμένη κυβέρνηση κλπ..
Για να τηρηθούν, λοιπόν, κατά το δυνατόν οι παραπάνω απαραίτητοι όροι της προσέγγισης και της μελέτης των ιστορικών γεγονότων καταβλήθηκε προσπάθεια, ώστε στις ιστορικές μας αναδρομές που ακολουθούν, να μην αρκεστούμε στην απλή αφήγηση των ιστορούμενων γεγονότων, αλλά να ανατρέξουμε, όσο το δυνατόν περισσότερο, σε παράλληλα ιστορικά συμβάντα, τα οποία είχαν οπωσδήποτε άμεση σχέση ή ουσιαστική επίδραση επί των εξεταζόμενων ιστορικών γεγονότων. Παράλληλα όμως, καταβλήθηκε προσπάθεια, ώστε να αποφευχθεί κάθε περιττή μακρολογία πάνω σε δευτερεύουσας σημασίας γεγονότα και να περιοριστεί η λεπτομερειακή εξιστόρηση αξιόλογων αιτίων ή συντελεστών, όταν αυτό δεν έβλαπτε την ουσία του θέματός μας ή δεν εμπόδιζε την κατάδειξη της επιδιωκόμενης ιστορικής αλήθειας.
Είναι αλήθεια π.χ. ότι, την εποχή των αγγλικών αποκλεισμών της Ελλάδας, πολλοί Άγγλοι πολιτικοί μίλησαν στα αγγλικά Κοινοβούλια κατά του Πάλμερστον και υπέρ της Ελλάδας ή κατά της Ελλάδας και υπέρ του Πάλμερστον. Αναφέρουμε, όμως, μόνο τους κυριότερους ομιλητές και περιοριζόμαστε στις ουσιαστικότερες περικοπές των λόγων τους. Επίσης, πολλά θα μπορούσαν να λεχθούν για τη στάση του επίσημου κράτους των Αθηνών και το Πατριαρχείου κατά την εποχή του Κραμαϊκού πολέμου και της Ηπειροθεσσαλικής επανάστασης. Σχεδόν, όμως, περιοριζόμαστε μόνο σε λίγους χαρακτηρισμούς διακεκριμένων ιστορικών, σε ενδεικτικές φράσεις επίσημων εγγράφων και σε μερικές υπογραμμίσεις ορισμένων ενεργειών ιθυνόντων του Γένους κατά την εποχή εκείνη, γιατί πιστεύουμε ότι, αφού και αυτά τα λίγα είναι σε θέση να δώσουν ζωντανή την εικόνα της δύσμοιρης για το Έθνος κατάστασης, προς τι η πολυλογία;
Πιστεύουμε επίσης, ότι ο αναγνώστης, μελετώντας τα γεγονότα αυτά, όπως συνέβησαν τότε και εκτιμώντας τις ενέργειες του κάθε πρωταγωνιστή και υπεύθυνου Έλληνα ή ξένου παράγοντα, ανάλογα με την ένταση και τη βαρύτητα που είχαν οι πράξεις και τα έργα τους τότε που έγιναν και, έχοντας υπόψη και την μετέπειτα ιστορική επίδραση των θετικών ή αρνητικών πράξεων του καθενός, θα βρει οπωσδήποτε την αλήθεια, αν τοποθετήσει τις ενέργειές τους αυτές στη ζυγαριά της κρίσης του και εύκολα θα βγάλει μόνος του τα ωφέλιμα και εποικοδομητικά συμπεράσματα. Ταυτόχρονα, θα διαπιστώσει και ο ίδιος ότι η ιστορία μας, όπως διδασκόταν και όπως ακόμα διδάσκεται, είναι παραποιημένη και σε πολλά σημεία τελείως αντίθετη με την πραγματικότητα και θα συμφωνήσει, ότι η ιστορία μας πρέπει να ξαναγραφεί με αντικειμενικότητα, αληθινή και ξεκάθαρη, όπως ακριβώς εξελίχθηκε. Η ιστορία πρέπει να ξεδιπλώνει μπροστά στις επερχόμενες γενιές την πραγματική αλήθεια, όσο πικρή κι αν είναι, άσχετα αν αυτό συμφέρει ή όχι ορισμένες καταστάσεις ή άτομα, για να διδάσκονται και να παραδειγματίζονται απ’ τα σφάλματα ή τις αρετές των χθεσινών Ελλήνων οι σημερινοί και οι αυριανοί Έλληνες.
Να είμαστε σίγουροι, ότι, λέγοντας όλη την αλήθεια και ξεσκεπάζοντας ανεπηρέαστα και με πλήρη αντικειμενικότητα καταστάσεις και άτομα, υπηρετούμε αφάνταστα το Έθνος, ενώ το βλάπτουμε ανεπανόρθωτα όταν, στην προσπάθειά μας να υπηρετήσουμε καταστάσεις και άτομα, νοθεύουμε την Ιστορία.

No comments:

Post a Comment